Πιστεύω στον μποεμισμό στην τέχνη και στην ιστορία που γράφουν οι καλλιτεχνικές παρέες μέσα από τις ζυμώσεις που γίνονται. Με χαρά αντικρίζω καθημερινά νέους Έλληνες  καλλιτέχνες που προσπαθούν για το καλύτερο και βλέπω τον μύθο του καλλιτέχνη να επιστρέφει Ταυτόχρονα μου αρέσει το γεγονός ότι καμία χώρα πια δεν μπορεί να διεκδικήσει αξιόπιστα τον τίτλο της καλλιτεχνικής Μητρόπολης μιας και όλοι οι καλλιτέχνες, όπου κι αν ζουν, έχουν τις ίδιες δυνατότητες προβολής του έργου τους. Τα πολιτισμικά σύνορα έχουν καταργηθεί και όλοι  γνώρισαν την πολυεθνικότητα, την παγκοσμιότητα της ανθρώπινης ύπαρξης και την κοινή ιδιοκτησία της καλλιτεχνικής κληρονομιάς. Ωριμάζοντας σε μια Ελλάδα – μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και σε ένα διεθνές κλίμα που ορίζεται από τη νέα πραγματικότητα που θέλει ολόκληρο τον πλανήτη να μοιάζει με ένα χωριό, οι σύγχρονοι καλλιτέχνες ζουν την αναπροσαρμογή ενός παλιού πολιτισμού σε δυτικοευρωπαϊκά πρότυπα και προσπαθούν να ερμηνεύσουν αυτήν την εποχή οπτικά, χωρίς να φοβούνται τα ιερά τέρατα της τέχνης που προηγήθηκαν. Και αυτό είναι υγεία κατά τη γνώμη μου.  Πιστεύω επίσης ότι όταν οι καλλιτέχνες προσπαθούν, οι γκαλερί και οι ιστορικοί τέχνης πρέπει να προσπαθούν ακόμα περισσότερο, πράγμα που ίσως ακόμα δεν συμβαίνει όσο θα έπρεπε. Τεχνοκριτικοί, καλλιτέχνες και γκαλερίστες πρέπει να συνεργαστούν για το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα και οι άνθρωποι πιο πολύ από ποτέ πρέπει να επενδύσουν στην τέχνη, σε μια περίοδο κρίσης όπου η τέχνη ανθίζει,  όπου έχουν πέσει οι τιμές και όπου επιστρέφει η απευθείας σχέση καλλιτέχνη – φιλότεχνου. Η κρίση ποτέ δεν τρόμαξε την τέχνη. Αντίθετα, τη βοήθησε να αναπτυχθεί. Και το ίδιο συμβαίνει πιστεύω και στις μέρες μας.  Προσωπικά, είμαι υπέρμαχος της παραστατικής – ανθρωποκεντρικής ζωγραφικής, στην οποία η ελληνική τέχνη έχει ιστορία, από την αρχαία Ελλάδα, το Βυζάντιο, αλλά και τη μετέπειτα σύγχρονη τέχνη. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν θαυμάζω και κάποιους αφαιρετικούς ή εννοιολογικούς καλλιτέχνες.  Λυπάμαι όμως που δεν  βλέπω παραστατικούς καλλιτέχνες στις Μπιενάλε ή στο Μουσείο μας Σύγχρονης Τέχνης ( κι ας είναι ικανό το έργο για τους περισσότερους νέους καλλιτέχνες να διαιωνισθεί χωρίς τα συστήματα προβολής και καθιέρωσης όπως οι μεγάλες Μπιενάλε και τα μοντερνιστικά μουσεία). 

Θεωρώ ότι διαθέτουμε μεγάλο πλούτο σε σύγχρονους καλλιτέχνες που πρέπει να φανούν και στη χώρα μας και στο εξωτερικό. Είναι καλλιτέχνες που έχουν να δείξουν πως τώρα είναι η στιγμή που η τέχνη ξαναβρίσκει τις ρίζες της και τη μαγεία της  και που προτείνουν στο θεατή να ανακαλύψει από την αρχή τις μορφές μέσα στο χάος της εποχής, την ψυχική του επαφή με την τέχνη και το χαμένο μυστήριο στην τέχνη αλλά και στη ζωή. Ένα μυστήριο που θέλησε να θάψει η εποχή της «ψευτογκλαμουριάς».  Με γεμίζει αισιοδοξία το γεγονός ότι οι νέοι καλλιτέχνες παίρνουν σιγά-σιγά την κατάσταση στα χέρια τους, συνυπάρχοντας με σεβασμό αλλά και κριτική ματιά με τις παλαιότερες γενιές. Έχουν  πίστη σε αυτό που κάνουν και έχουν διάθεση για εξέλιξη και ωρίμανση μέσα από την αφοσίωσή τους στην τέχνη τους. Τα έργα τους έχουν έντονα τα στοιχεία της αφήγησης, της δημιουργικής φαντασίας, του ερωτισμού, του παραμυθιού, του ονείρου, των συμβολισμών και του μύθου του καλλιτέχνη, αυτού του μύθου για έναν πολιτιστικό ήρωα που φέρνει στο ανθρώπινο είδος νέες ιδέες και που η ζωή του είναι πηγή έμπνευσης για πολλούς. Διαβασμένοι και πολυταξιδεμένοι οι περισσότεροι, έχουν ανάγκη να μετατρέψουν τη γνώση τους, την εμπειρία τους και την αίσθησή τους για τα πράγματα σε εικόνα, ενώ πολλοί από αυτούς έχουν και πολιτική συνείδηση που περνάει πολλές φορές στο έργο τους. Στην Ελλάδα έχουμε παράδοση όσον αφορά στην ιστορία που φτιάχνουν οι παρέες : είχαμε το ατελιέ του Βυζάντιου, ένα εργαστήρι καλλιτεχνών στους Αέρηδες της Πλάκας όπου σύχναζαν ποιητές και λογοτέχνες, γνωρίσαμε τη “γενιά του Παρισιού” με τους καλλιτέχνες της “γενιάς του ΄60” που οραματίστηκαν μια ασυμβίβαστη “τέχνη για την τέχνη”, καθώς και πολλές εικαστικές ομάδες που έδρασαν την περίοδο 1969-1981 όπως οι Νέοι Έλληνες Ρεαλιστές, ενώ γνωρίσαμε την “ Έκθεση των Έξι” που πρόταξαν το σύνθημα του Μάη του 68: “ Να είστε ρεαλιστές, να ζητάτε το αδύνατο”. Γιατί να μην συμβεί κάτι αντίστοιχο και σήμερα, από τη γενιά του Μνημονίου; Είμαι αισιόδοξη. Γιατί αυτό που βλέπω να έρχεται είναι μια σύγχρονη αναγέννηση στον κόσμο της τέχνης αφού όλο και περισσότεροι καλλιτέχνες φτιάχνουν μια τέχνη που είναι ειλικρινής και ελεύθερη πια από το άγχος να ξεπεράσει τους προγόνους της, ενώ παράλληλα διαθέτει έναν οικουμενικό χαρακτήρα.

 

Ήρα Παπαποστόλου

Δεκέμβρης 2013